Πανελλαδικές ειδήσεις, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Τόμας Μαν: Ένα καλοκαίρι καθηλωμένος στην Κυανή Ακτή



150 χρόνια φέτος από τη γέννηση του συγγραφέα Τόμας Μαν. Ένα καινούργιο βιβλίο διερευνά την παραμονή του στον πρώτο σταθμό της εξορίας από τη ναζιστική Γερμανία.Ιδιαίτερη μνεία φέτος στον νομπελίστα Τόμας Μαν, κορυφαίο Γερμανό συγγραφέα του 20ού αιώνα, ραψωδό της παρακμής και της πτώσης της παλιάς αστικής τάξης στην Ευρώπη, με αφορμή τα 150 χρόνια από τη γέννησή του. Τα μυθιστορήματά του, «Οι Μπούντενμπροκ, το «Μαγικό βουνό», «Θάνατος στη Βενετία» ή «Δόκτωρ Φάουστους» γοητεύουν μέχρι σήμερα. Ήταν το 1933, χρονιά της ανόδου των ναζί στην εξουσία, όταν στον Τόμας Μαν, δεδηλωμένο ήδη επικριτή του εθνικοσοσιαλισμού στη Γερμανία, απαγορεύθηκε κατά τη διάρκεια περιοδείας του στο εξωτερικό η επιστροφή στο Μόναχο όπου ζούσε. Η οικογένεια Μαν θα καταφύγει κατ’ αρχήν στην Ελβετία και από το 1938 στις ΗΠΑ.

Αλλά στο μεταίχμιο μεταξύ Γερμανίας και Ελβετίας, εκείνο το δύσκολο καλοκαίρι του 1933, η οικογένεια Μαν βρίσκει προσωρινό καταφύγιο στη βίλα Tranquille στο άσημο ψαροχώρι Sanary-sur-Mer, με κάπου 3000 ψυχές, όχι μακριά από την Τουλώνη της νότιας Γαλλίας. Αυτό το μεταβατικό τρίμηνο, ανάμεσα στην αποκοπή από την πατρίδα και την οριστική εξορία είναι το θέμα ενός καινούργιου βιβλίου που μόλις κυκλοφόρησε με τίτλο «Όταν δύει ο ήλιος» (εκδόσεις Fischer). Φέρει την υπογραφή του Φλόριαν Ίλις, ιστορικού τέχνης, δημοσιογράφου και συγγραφέα, γνωστού κυρίως από το μπεστ-σέλερ του «Το καλοκαίρι του αιώνα» για το 1913, τη χρονιά που εξερράγη ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Και τώρα η ίδια ευχέρεια να μετατρέπει με χάρισμα ιστορικές στιγμές σε συναρπαστική αφήγηση στο βιβλίο για το αγχώδες εκείνο καλοκαίρι των Μαν υπό τριάντα βαθμούς Κελσίου.

Ο Τόμας και τα τέκνα αυτού

Το Sanary δεν είχε τότε σπουδαία πράγματα, ένα λιμανάκι, μερικά καφενεία και κάποια μαγαζιά. Ίχνος κοσμικότητας. Είχε όμως ατμόσφαιρα και δεν ήταν ακριβό, γι’ αυτό το προτιμούσαν καλλιτέχνες από το Παρίσι. Το καλοκαίρι του 33 θα γίνει μονομιάς καταφύγιο των Γερμανών διανοουμένων που αρχίζουν να εγκαταλείπουν τη ναζιστική Γερμανία. Μια θερινή σαιζόν φιλοξενεί την ελίτ των γερμανικών γραμμάτων και στο κέντρο της βρίσκεται βέβαια η διάσημη, πολυμελής, με γυναίκα και έξη παιδιά, και περίπλοκη οικογένεια του Τόμας Μαν. Το βιβλίο του Ίλις στηρίζεται σε πολλά ημερολόγια και αναμνήσεις που άφησαν εκείνοι οι διανοούμενοι, ανάμεσά τους και ο Γερμανοεβραίος συγγραφέας Λίον Φοϊχτβάνγκερ, φίλος του Μπρεχτ και εξέχουσα προσωπικότητα της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης.

Εκείνη την περίοδο ο Μαν έγραφε το βιβλίο του «Ο Ιωσήφ και οι αδελφοί αυτού», αλλά από το πολύ στρες διέκοψε το γράψιμο. Στο ημερολόγιό του έγραφε με οξυδέρκεια για την οικογένειά του: «Είμαστε μια εκλεκτή ομήγυρις, αλλά ο καθένας μας έχει και το κουσούρι του.» Διαφορετικά αντιδρούν τα μέλη της ομήγυρης και στις συνθήκες του εκπατρισμού. Η γυναίκα του Κάτια αρρωσταίνει, η κατ’ εξοχήν ρεαλίστρια κόρη του, η Έρικα αναπτύσσει μια απίστευτη ενεργητικότητα, οι μικρότεροι, ο Μιχαήλ και η Ελισάβετ νομίζουν ότι βρίσκονται σε ανέμελες διακοπές.

Ο ίδιος ο Τόμας Μαν αντιστέκεται εσωτερικά να αποδεχθεί ότι πρέπει να εγκαταλείψει οριστικά τη Γερμανία, κι έτσι βρίσκεται σε διένεξη με τα μεγαλύτερα παιδιά του, την Έρικα και τον Κλάους, που τον πιέζουν να τηρήσει πιο ανένδοτη στάση έναντι των ναζί. Εξάλλου ο πατέρας δεν θέλει να θεωρείται εμιγκρέ, νοιώθει ότι κάτι τέτοιο τον υποβιβάζει, ενώ τον ταλανίζει και η τύχη της περιουσίας που άφησαν στο Μόναχο. Ο λιγότερο αγαπητός γιος, ο Γκόλο, καταφέρνει τελικά να μεταφέρει στη Γαλλία ένα μεγάλο χρηματικό ποσόν και τα ημερολόγια του πατέρα του. Έτσι οι ενδοοικογενειακές μετοχές του ανεβαίνουν.

Το πανόραμα του υποχρεωτικού συγχρωτισμού

Οι ενδεικτικές λεπτομέρειες παίζουν μεγάλο ρόλο σ’ αυτό το βιβλίο. Ο Ίλις, όχι χωρίς κάποια θυμηδία, περιγράφει τις άτεγκτες συνήθειες που έχει μεταφέρει η οικογένεια Μαν από το Μόναχο στο Sanary-sur-Mer και τις οποίες τηρεί απαρέγκλιτα. Η αυστηρή εθιμοτυπία του φαγητού, οι απαιτητικές συζητήσεις στο γεύμα που προκαλούν πανικό στην κάπως αποσυνάγωγη κόρη, τη Μόνικα. Άσε που ο μπαμπάς καταγράφει στο ημερολόγιό του σχεδόν υποχονδριακά την κατάσταση της υγείας του, πότε σημειώνει «τάση για βήχα», πότε «διάρροια» και καμιά φορά «τάση για εξάψεις στο πρόσωπο». Η σχολαστική καθημερινότητα των Μαν βρίσκεται σε αντίθεση με τη ζωή άλλων εμιγκρέ. Πρώτος και καλύτερος ο θείος Χάινριχ, αδερφός του Τόμας Μαν, που κουβαλάει στη νότια Γαλλία από το Βερολίνο την κάπως αγοραία στα μάτια των υπολοίπων ερωμένη του.

Και τι να πει κανείς για τους συγγραφείς Λίον Φοϊχτβάνγκερ και Άλντους Χάξλεϋ που διατηρούν και οι δύο ménage à trois σχέσεις, έχουν μαζί με τη σύζυγο και την ερωμένη, οπότε οι καβγάδες ανάμεσα στις κυρίες που διεκδικούν το ίδιο πάπλωμα είναι προδιαγεγραμμένοι. Και σαν μην έφτανε αυτό η μανία του Φοϊχτβάνγκερ και της γυναίκας του Μάρθας για την άθληση και την καλή φυσική κατάσταση κάνουν τον τρόπο ζωής των Μαν να φαίνεται μίζερος και γεροντίστικος. Η εικόνα στο Sanary εμπλουτίζεται με διάφορες καλλιτέχνιδες και dames de compagnie με εκκεντρικές και κάποιες φορές καταστροφικές έξεις. Με δυο λόγια: Ο Ίλις ξεδιπλώνει μπροστά στα μάτια του αναγνώστη το πολύχρωμο πανόραμα μιας εξορίας με αναρίθμητους ιριδισμούς, μιας θερινής εξορίας που παίρνει τη μορφή του υποχρεωτικού συγχρωτισμού ανθρώπων που υπό ομαλές συνθήκες θα ήταν αδιανόητη. Και με τον τρόπο αυτό προσθέτει μια νέα διάσταση στην κρατούσα εικόνα του Τόμας Μαν.

Πηγή: dpa

Πηγή: Deutsche Welle



Source link

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *