Πανελλαδικές ειδήσεις, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Γιατί το έργα των γυναικών δεν πλησιάζουν τις τιμές πώλησης των ανδρικών;



Ένα αυτοπορτρέτο της Μεξικανής καλλιτέχνιδας Φρίντα Κάλο αναμένεται να σπάσει ρεκόρ όταν βγει σε δημοπρασία στη Νέα Υόρκη την Πέμπτη.

Ο σουρεαλιστικός πίνακάς της προκαλεί φρενίτιδα ενθουσιασμού, με ειδικούς να προβλέπουν ότι μπορεί να γίνει το ακριβότερο έργο γυναίκας καλλιτέχνιδας που έχει πουληθεί ποτέ. Το ρεκόρ αυτό κατέχει σήμερα ο πίνακας του 1932 της Τζόρτζια Ο’Κιφ, “Jimson Weed/White Flower No.1”, ο οποίος άγγιξε τα 44,4 εκατομμύρια δολάρια το 2014.

Οι δημοπράτες στο Sotheby’s έχουν αποτιμήσει το “El sueño (La cama)” –  “Το Όνειρο (Το Κρεβάτι)” –  μεταξύ 40 και 60 εκατομμυρίων δολαρίων. Η Κάλο, που πέθανε το 1954, κατέχει ήδη το δεύτερο υψηλότερο ρεκόρ δημοπρασίας για γυναίκα καλλιτέχνιδα. Το “Diego y yo” (“Ντιέγκο και εγώ”), ένα αυτοπορτρέτο του 1949 με τον σύζυγό της, τον καλλιτέχνη Ντιέγκο Ριβέρα, απέφερε 34,9 εκατομμύρια δολάρια το 2021.

Αν και πρόκειται για πολύ υψηλές τιμές, ωχριούν σε σύγκριση με τα αντίστοιχα για έργα ανδρών. Ακόμη κι αν ο πίνακας της Κάλο φτάσει την ανώτερη αποτίμηση, θα αποτελεί μόνο ένα μικρό κλάσμα του ρεκόρ για άνδρα καλλιτέχνη. Το “Salvator Mundi” του Λεονάρντο ντα Βίντσι πουλήθηκε για το αστρονομικό ποσό των 450,3 εκατομμυρίων δολαρίων στην Christie’s το 2017.

Το χάσμα μεταξύ των φύλων δεν περιορίζεται σε καλλιτέχνες που έχουν πεθάνει. Νωρίτερα φέτος, η Νοτιοαφρικανή Μαρλέν Ντούμας, η οποία μόλις την προηγούμενη εβδομάδα έγινε η πρώτη σύγχρονη γυναίκα καλλιτέχνιδα που εντάχθηκε στη μόνιμη συλλογή του Λούβρου, σημείωσε ρεκόρ για το υψηλότερο ποσό που καταβλήθηκε για εν ζωή γυναίκα καλλιτέχνιδα. Το “Miss January”, ένα μεγάλου μεγέθους πορτρέτο μιας ημίγυμνης γυναίκας, πουλήθηκε για 13,6 εκατομμύρια δολάρια τον Μάιο, ξεπερνώντας το “Propped” της Τζένη Σάβιλ, που είχε πουληθεί για 12,4 εκατομμύρια δολάρια το 2018. Το ρεκόρ της Ντούμας δεν είναι ούτε το 15% του τρέχοντος ρεκόρ για έργο εν ζωή άνδρα καλλιτέχνη — το γλυπτό “Rabbit” του Τζεφ Κουνς, το οποίο πουλήθηκε για λίγο πάνω από 91 εκατομμύρια δολάρια το 2019.

Τι κρύβεται λοιπόν πίσω από αυτή τη μεγάλη ανισότητα; Οι ειδικοί πιστεύουν ότι η μισογυνία, ο ηλικιακός ρατσισμός και οι ανδροκρατούμενοι οίκοι δημοπρασιών και μουσεία επηρεάζουν το πώς αποτιμάται η τέχνη που δημιουργούν οι γυναίκες.

Μια μελέτη του 2021 ανέδειξε μια έντονη μεροληψία φύλου στον τρόπο που η κοινωνία αντιλαμβάνεται την τέχνη. Η Ρενέ Μπ. Άνταμς, καθηγήτρια χρηματοοικονομικών στη Saïd Business School του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, ήταν επικεφαλής συγγραφέας του “Gendered Prices”, που δημοσιεύτηκε στο The Review of Financial Studies εκείνη τη χρονιά.

Οι ερευνητές έδειξαν σε δύο ομάδες συμμετεχόντων μια πανομοιότυπη σειρά έργων τέχνης που δημιουργήθηκαν από τεχνητή νοημοσύνη και τους ζήτησαν να τα αξιολογήσουν. Στη μία ομάδα τα έργα εμφανίζονταν με την υπογραφή άνδρα καλλιτέχνη, ενώ στην άλλη με γυναίκα. Τα έργα που υποτίθεται ότι είχαν την υπογραφή άνδρα αξιολογήθηκαν υψηλότερα από τακτικούς επισκέπτες γκαλερί σε σχέση με εκείνα που φαινομενικά είχαν δημιουργηθεί από γυναίκα.

Η Άνταμς μελετά επί του παρόντος μυστικές δημοπρασίες καρτ-ποστάλ, όπου ο καλλιτέχνης υποτίθεται ότι παραμένει ανώνυμος. «Μερικές φορές, για να προσελκύσουν κόσμο να πλειοδοτήσει σε αυτές τις καρτ-ποστάλ, καλούν πολύ διάσημους καλλιτέχνες να συμμετάσχουν», είπε, προσθέτοντας ότι σε αυτές τις περιπτώσεις η ταυτότητα ενός καλλιτέχνη μπορεί συχνά να συναχθεί από το ύφος του.

«Αν οι αγοραστές δεν μπορούν να συμπεράνουν την ταυτότητα, δεν υπάρχει διαφορά τιμής μεταξύ των φύλων, αλλά μόλις πιστέψουν ότι γνωρίζουν ποιος είναι ο καλλιτέχνης, προκύπτει διαφορά τιμής».

Η Άνταμς είπε ότι το «μέγεθος» του χάσματος στο χώρο της τέχνης ξεχωρίζει από άλλους τομείς. «Η αγορά τέχνης κάνει όλα τα στοιχεία για το μισθολογικό χάσμα μεταξύ των φύλων να φαίνονται αμελητέα», είπε.

«Η έκπτωση στις τιμές της τέχνης δεν καθοδηγείται από την αξία, αλλά από παράγοντες που σχετίζονται με τις κοινωνικές αντιλήψεις για τις γυναίκες. Δεν έχει καμία σχέση με το αν ο πίνακας είναι καλός ή κακός».

Ως μέρος της έρευνάς της για το βιβλίο της του 2020 “Women Can’t Paint”, η καλλιτέχνις, συγγραφέας και ιστορικός τέχνης Έλεν Γκέριλ ακολούθησε μια διεξοδική, αναλυτική προσέγγιση στην τέχνη που βγαίνει σε δημοπρασία.

«Δημιούργησα ένα υπολογιστικό φύλλο με 5.000 πίνακες στη δευτερογενή αγορά, δηλαδή σε μεγάλους οίκους δημοπρασιών όπως Sotheby’s, Christie’s, Phillips», είπε στο CNN.

Αυτό οδήγησε σε μια εκπληκτική ανακάλυψη. Η τέχνη που φέρει υπογραφή άνδρα αυξάνει την αξία της σε σύγκριση με έργα χωρίς υπογραφή, ενώ η τέχνη γυναικών μειώνει την αξία της όταν είναι υπογεγραμμένη, είπε στο CNN.

Πιστεύει ότι ο κόσμος της τέχνης προβάλλει την επιτυχία καλλιτεχνών όπως η Σάβιλ, η Κάλο, η Μπρίτζετ Ράιλι και η Γιαγόι Κουσάμα ώστε να δείχνει ότι υπάρχει πρόοδος.

«Αυτές που πάνε πραγματικά καλά χρησιμοποιούνται ως παράδειγμα για το πόσο καλά τα πηγαίνουν οι γυναίκες, αλλά όταν το αναλύεις, δεν είναι έτσι», είπε. «Τη δεκαετία του ’90, είχαμε πολύ περισσότερες γυναίκες που πετύχαιναν. Τώρα η επιτυχία μοιράζεται μεταξύ πολύ λιγότερων γυναικών, αλλά σε μεγαλύτερη κλίμακα», είπε.

Η Βρετανίδα καλλιτέχνις Τρέισι Έμιν αναγνώρισε ότι οι άνδρες και οι γυναίκες καλλιτέχνες δεν αντιμετωπίζονται το ίδιο σε μια συνέντευξη που έδωσε το 2014. Η Έμιν, που δεν είναι μητέρα, είπε: «Υπάρχουν καλοί καλλιτέχνες που έχουν παιδιά. Φυσικά υπάρχουν. Λέγονται άνδρες».

Η Γκέριλ εργάζεται αυτή τη στιγμή πάνω σε δύο ακόμη βιβλία για το θέμα και είπε ότι η πρόσφατη έρευνά της είναι εξίσου ανησυχητική. Η Γκέριλ μίλησε με γυναίκες καλλιτέχνιδες που απορρίφθηκαν μετά τη γέννα και τους είπαν ότι το έργο τους δεν μπορούσε να πουληθεί «επειδή ο κόσμος δεν εμπιστεύεται ότι μπορεί να φτάσει την αξία ενός άνδρα καλλιτέχνη».

«Μίλησα με μερικούς μεγάλους ντίλερ και όλοι είπαν ότι οι συλλέκτες χάνουν την εμπιστοσύνη τους στις γυναίκες μόλις κάνουν παιδί, επειδή δεν θα μπορούν πλέον να συγκεντρωθούν πλήρως στο έργο τους», είπε. «Έτσι η αξία μιας γυναίκας καλλιτέχνιδας ουσιαστικά πέφτει λόγω της βιολογίας».

Η πεποίθηση αυτή έχει ακόμη και εσωτερικευτεί από ορισμένους στον χώρο, ανάμεσά τους την περίφημη Βρετανίδα καλλιτέχνιδα Τρέισι Έμιν. Σε συνέντευξή της στο περιοδικό Red το 2014, είπε ότι θεωρεί πως το να κάνει παιδιά θα υπονόμευε το έργο της. «Υπάρχουν καλοί καλλιτέχνες που έχουν παιδιά. Φυσικά υπάρχουν. Λέγονται άνδρες».

Ο ηλικιακός ρατσισμός, καθώς και τα πρότυπα ομορφιάς, έχουν επίσης αναφερθεί ως ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες. Η Γκέριλ είπε στο CNN ότι μια καλλιτέχνιδα με την οποία μίλησε θυμήθηκε έναν έμπορο να της λέει να κάνει Botox επειδή «φαινόταν καταπονημένη». Πρόσθεσε: «Τα ακριβή λόγια της προς εμένα ήταν: “αλλά στους άνδρες επιτρέπεται να είναι γέροι και άσχημοι”».

Η Γκέριλ καταλογίζει μεγάλο μέρος της ευθύνης στα μουσεία. «Το γεγονός ότι τα μουσεία δεν συλλέγουν τόσες γυναίκες καλλιτέχνιδες όσο άνδρες έχει τεράστιο αντίκτυπο στις συλλογές και στις αξίες που αποδίδονται στη δευτερογενή αγορά σε έργα τέχνης, καθώς και στο τι θεωρούν οι συλλέκτες ότι έχει αξία ή νομιμοποιείται ως έργο τέχνης».

Η Βαλερία Ναπολεόνε, Ιταλίδα συλλέκτρια και υποστηρίκτρια της τέχνης, έχει περάσει σχεδόν τρεις δεκαετίες χτίζοντας μια συλλογή έργων από γυναίκες καλλιτέχνιδες. Όταν ξεκίνησε το 1997, «δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί οι γυναίκες παραγκωνίζονταν απλώς λόγω φύλου», είπε στο CNN.

«Είπα στον εαυτό μου “θέλω να δημιουργήσω μια χορωδία γυναικείων φωνών που έχουν φιμωθεί καθ’ όλη την ιστορία της τέχνης”». Σήμερα, περίπου 560 έργα τέχνης είναι κατανεμημένα ανάμεσα στα σπίτια και τις αποθήκες της στο Λονδίνο, τη Νέα Υόρκη και το Μιλάνο.

Αν και ο «δημόσιος διάλογος» στον ευρύτερο κόσμο της τέχνης σχετικά με την ισότητα των φύλων έχει αλλάξει, σύμφωνα με τη Ναπολεόνε, εξακολουθεί να υπάρχει μια «μαύρη τρύπα» όσον αφορά τα μουσεία και τους οίκους δημοπρασιών, είπε.

«Όσο ριζοσπαστικός κι αν θεωρείται ο κόσμος της σύγχρονης τέχνης, παραμένει ένας ανδροκρατούμενος χώρος ως προς τους καλλιτέχνες, τους διευθυντές μουσείων — ολόκληρο το οικοσύστημα.

Για μένα, είναι πολύ σημαντικό να επαναπροσδιοριστεί η ιστορία της τέχνης μέσα από τα μάτια μιας νέας γενιάς επιμελητών. Δεν θέλεις οι γυναίκες καλλιτέχνιδες να είναι σαν διακοσμητικό αντικείμενο στο κοστούμι ενός άντρα. Θέλεις η καλλιτέχνιδα να γίνει μέρος του υφάσματος του κοστουμιού», είπε. «Θα χρειαστούν γενιές για να επιτευχθεί ισορροπία».

Η Χάριετ Λόφλερ, επιμελήτρια της Women’s Art Collection στο Murray Edwards College του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, της μεγαλύτερης συλλογής έργων γυναικών καλλιτεχνών στην Ευρώπη, είναι πιο αισιόδοξη.

Χαιρέτισε τη δημοπρασία της Κάλο επειδή «ρίχνει φως» στην εκπροσώπηση των γυναικών. «Αυτές οι ιστορίες επιτυχίας είναι φανταστικές για τις γυναίκες καλλιτέχνιδες», είπε στο CNN, προσθέτοντας ότι πάντα υπήρχαν γυναίκες καλλιτέχνιδες, αλλά η «κανονιστική» προσέγγιση της ιστορίας της τέχνης είχε επικεντρωθεί στους άνδρες.

Αν και το μουσείο φιλοξενεί έργα σπουδαίων όπως η Μπάρμπαρα Χέπγουορθ, η Μαίρη Κασάτ, η Πόλα Ρέγκο και η Τρέισι Έμιν, «το εκπληκτικό στη συλλογή μας είναι ότι είναι ένας αστερισμός, όχι μεμονωμένα αστέρια», είπε στο CNN. «Οι καλλιτέχνιδες δεν μιλούν όλες για το τι σημαίνει να είσαι γυναίκα, αλλά όλες έχουν κάτι να πουν. Καταλαμβάνουν χώρο και υπάρχουν αρκετά έργα που πραγματικά μιλούν για τη συμβολική διαγραφή των γυναικών καλλιτεχνών μέσα στην ιστορία της τέχνης».

Πιστεύει ότι τα πράγματα αλλάζουν, με τα μουσεία να αναλαμβάνουν θετικές ενέργειες για να διορθώσουν την ανισορροπία, αλλά είπε: «Υπάρχει ακόμη πολλή δουλειά να γίνει».

Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, το National Museum of Women in the Arts (NMWA) ιδρύθηκε στην Ουάσιγκτον τη δεκαετία του 1980 «εν μέρει για να διορθώσει την έλλειψη εκπροσώπησης των γυναικών στην ιστορία της τέχνης», σύμφωνα με την Κάθριν Γουότ, επικεφαλής επιμελήτρια και αναπληρώτρια διευθύντρια για την τέχνη, τα προγράμματα και την προσέγγιση κοινού.

«Γνωρίζουμε ότι η προσέλκυση ενός παγκόσμιου κοινού είναι κρίσιμη για την αλλαγή του τοπίου για τις γυναίκες καλλιτέχνιδες», είπε η Γουότ σε email στο CNN.

«Παρόλο που οι γυναίκες καλλιτέχνιδες έχουν πλέον μεγαλύτερη αναγνώριση, οι διαφορές στην επιστημονική έρευνα, στο περιεχόμενο των μουσειακών συλλογών και στην αξία της αγοράς εξακολουθούν να υφίστανται. Στατιστικά, οι γυναίκες καλλιτέχνιδες συνεχίζουν να υποτιμώνται και να παραβλέπονται από την ευρύτερη αγορά τέχνης. Η διπλή αποστολή μας, η υπεράσπιση και η έκθεση, παραμένει ουσιαστική», είπε.

«Η κληρονομιά της ανισότητας των φύλων συνεχίζει να επηρεάζει την οικονομική αποτίμηση. Περισσότερη και βαθύτερη έρευνα, περισσότερες εκθέσεις και μεγαλύτερη προβολή των γυναικών καλλιτέχνιδων θα επηρεάσουν την αξία τους στην αγορά τέχνης».

Η Άννα Ντι Στάσι, επικεφαλής του τμήματος λατινοαμερικανικής τέχνης στο Sotheby’s, συμφωνεί. «Τα τελευταία χρόνια, είμαστε μάρτυρες μιας πραγματικής και μετρήσιμης αλλαγής όχι μόνο στην επίγνωση, αλλά και στην εμπιστοσύνη της αγοράς και στην αυξανόμενη εκπροσώπηση και θεσμική υποστήριξη για τις γυναίκες καλλιτέχνιδες», είπε, προσθέτοντας ότι «εξαιρετικά αποτελέσματα» έχουν επιτευχθεί από άλλες γυναίκες καλλιτέχνιδες, όπως η Ο’Κιφ και η Λι Κράσνερ.

Αν και το “El sueño (La cama)” μπορεί να αποδειχθεί ρεκόρ, η Ντι Στάσι πιστεύει ότι «εξίσου συναρπαστική είναι η ιδέα ότι αυτό το ρεκόρ θα συνεχίσει να καταρρίπτεται από άλλες καλλιτέχνιδες τα επόμενα χρόνια».

Πηγή: skai.gr



Source link

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *