Η «επανάσταση» του έφηβου Διονύση Σαββόπουλου, η φυγή με φορτηγό για την Αθήνα και η Ζωζώ

Για τη δολοφονία Λαμπράκη, τη φυγή από το σπίτι και το ταξίδι-έμπνευση με φορτηγό στην Αθήνα είχε μιλήσει, μεταξύ άλλων, ο αείμνηστος Διονύσης Σαββόπουλος στο πρώτο από τα έξι ντοκιμαντέρ «Σαββόπουλος -Long Play», που επιμελήθηκε ο δημοσιογράφος Παύλος Τσίμας, στον ΣΚΑΪ.
Στα ντοκιμαντέρ αυτά, που έμελλε να είναι και η τελευταία παρακαταθήκη του Διονύση Σαββόπουλου, ο ίδιος διηγείται ιστορίες που σημάδεψαν τη ζωή του αλλά και τις ζωές όλων μας, από το 1965 που κυκλοφόρησε τον πρώτο του δίσκο έως σήμερα.
Η δολοφονία Λαμπράκη και το «Φορτηγό»
Το περιστατικό που ξεχείλισε το ποτήρι για τον νεαρό τότε Σαββόπουλο ήταν ένα γεγονός που σημάδεψε τη σύγχρονη πολιτική ιστορία της Ελλάδας. Όπως διηγείται ο Διονύσης Σαββόπουλος, τον Μάιο του ’63 δολοφονήθηκε στη Θεσσαλονίκη ο βουλευτής Γρηγόρης Λαμπράκης, μπροστά στα μάτια του κόσμου.
«Αναστατωθήκαμε. Διαδηλώσεις, συλλαλητήρια, πορείες. Η αστυνομία δεν μπορούσε να μας κάνει ζάφτι. Κουβάλησαν στρατό από τη Λάρισα. Τρέχαμε πάνω-κάτω… είχε σφιχτεί το στομάχι μου. Λιποθύμησα μέσα στο λεωφορείο. Με κατέβασαν, ήταν ένα κουρείο εκεί, έβγαλαν έξω μια καρέκλα και με έβαλαν να καθίσω μέχρι να συνέλθω», διηγείται με αφοπλιστική ειλικρίνεια ο μεγάλος τραγουδοποιός, στιχουργός και ερμηνευτής, που άφησε βαθύ αποτύπωμα στο ελληνικό τραγούδι και στην πολιτιστική ζωή της χώρας.
«Θα έχασαν και το εισιτήριό τους οι άνθρωποι… Μαζί με τον μακαρίτη τον Άλκη τον Σαχίνη ξενυχτούσαμε τον Λαμπράκη έξω από το ΑΧΕΠΑ. Ο Άλκης ρωτούσε ‘’Τι θα κάνουμε;’’», με τον Διονύση Σαββόπουλο να του απαντά: «Θα βγούμε αληθινοί, αποφάνθηκα… Γυρίζω σπίτι και μου βάζουν τις φωνές ‘’τι ώρα είναι αυτή που γυρνάς’’. Στον κόσμο τους, δηλαδή, αυτοί. Δεν είπα τίποτα. Τους γύρισα την πλάτη. Έριξα μερικά ρούχα σε μια βαλιτσούλα, πήρα μαζί μου και την κιθάρα του ξαδέρφου μου, του Φώτη, γιατί ακόμη δεν είχα δικιά μου, και βρόντηξα την πόρτα πίσω μου».
Η πόρτα έκλεισε και η περιπέτεια άρχισε για τον Διονύση Σαββόπουλο. Αυτή είναι η ιστορία, όπως εξηγεί ο Παύλος Τσίμας στο ντοκιμαντέρ, ενός ταξιδιού από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα με φορτηγό. Θα μπορούσε να είναι μια πολύ συνηθισμένη -για εκείνη την εποχή- ιστορία εσωτερικής μετανάστευσης, αλλά είναι η ιστορία της «γέννησης» ενός δίσκου. Το «Φορτηγό» «γεννήθηκε» σε αυτό το ταξίδι και ταυτόχρονα «γεννήθηκε» κι ένας καινούριος μουσικός κόσμος.
Ο έφηβος Διονύσης στάθηκε στην άκρη του δρόμου και περίμενε «να τον μαζέψει κάνα όχημα». Ανταποκρίθηκε, ύστερα από ώρες, ο οδηγός ενός φορτηγού. Για να περάσει η ώρα έπλαθε με το μυαλό του το «Ήλιε ήλιε αρχηγέ». Το κόκκινο Volvo σταμάτησε και τον πήρε. Ο οδηγός άυπνος για δυο ημέρες. Με το ένα μάτι ανοιχτό «σαν τον καρχαρία». Κάποια στιγμή, στη μέση του Θεσσαλικού κάμπου μπήκε σε ένα πάρκινγκ για να κοιμηθεί. Ο Σαββόπουλος τον περίμενε να ξυπνήσει. «Αισθάνθηκα σαν να μην ήταν αυτό ένα απλό ταξίδι από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα» τον ακούμε να λέει. Ξαφνικά χτυπάει η πόρτα του φορτηγού και ο Σαββόπουλος αντικρίζει μια γυναίκα με κόκκινο φόρεμα και ένα χρυσό δόντι. Τη Ζωζώ.
Ο οδηγός ξεκουράστηκε και το ταξίδι προς την Αθήνα ξεκίνησε ξανά. Λίγο πριν τη Στυλίδα, αντίκρισαν τη ριγέ τέντα ενός τσίρκου. «Ενός μπατηριμένου τσίρκου» έξω από το οποίο έπαιζε ένα παιδάκι. Και με αυτές τις εικόνες στο μυαλό, δημιουργήθηκαν «οι Πλανόδιοι», «η Ζωζώ», «το Μπουλούκι».
Πηγή: skai.gr
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.