«Ο ερημίτης του Ραχμαντάν και άλλες ιστορίες» του Δήμου Χρυσού

Ένα συναρπαστικό ταξίδι αυτογνωσίας μέσα από 10 αυτοτελείς ιστορίες – καθρέφτη ζωής, που αποκαλύπτουν την εύθραυστη ισορροπία ανάμεσα στο καλό και το κακό
Του Στέφανου Νικολαΐδη
«Ο ερημίτης του Ραχμαντάν και άλλες ιστορίες» των εκδόσεων Ιωλκός, μια σειρά από 10 αυτοτελή διηγήματα, αποτελεί την παρθενική λογοτεχνική απόπειρα με την οποία ο Δήμος Χρυσός συστήνεται στο αναγνωστικό κοινό. Η αλήθεια είναι ότι το κείμενό του θυμίζει παραμύθι, αλλά την ίδια στιγμή εισβάλλει στα χωράφια της λογοτεχνίας τρόμου, δημιουργώντας μια εμπειρία που είναι ταυτόχρονα μαγευτική και ανατριχιαστική.
Από τον καλλιτέχνη που απογοητεύεται από την ανικανότητα της τέχνης να μιμηθεί τη ζωή μέχρι τον περιπλανώμενο που συναντά το μεγαλύτερο διαμάντι του κόσμου αλλά χάνεται στο βάραθρο της πείνας και της εγκατάλειψης, ο συγγραφέας υφαίνει ιστορίες που αψηφούν την αναμενόμενη γραμμικότητα της αφήγησης.
Μέσα από τις ποικίλες εμφανίσεις αγγέλων και δαιμόνων, ο δημιουργός προσφέρει έναν καθρέφτη της ζωής που αποκαλύπτει την εύθραυστη ισορροπία ανάμεσα στο καλό και το κακό, το πραγματικό και το φανταστικό.
«Όταν παρέδωσα το τελικό κείμενο στον εκδοτικό, ήταν σαν να δημοσιεύω δικαστική απόφαση»
Αν και δικαστικός στο επάγγελμα, ο Δήμος Χρυσός εξομολογείται ότι του αρέσει να γράφει από μικρή ηλικία, πολύ προτού αφιερώσει τη ζωή του στη Θέμιδα.
«Από το δημοτικό ακόμα με θυμάμαι να γράφω ποιήματα. Αυτά τα ποιήματα αργότερα, στην εφηβική ηλικία, εξελίχθηκαν. Έγιναν πιο επαναστατικά και κάποια στιγμή, γύρω στα 20 μου, ξεκίνησα σιγά-σιγά να γράφω πεζά. Και τελικά αυτό το είδος είναι που με τράβηξε περισσότερο και ακόμα περισσότερο με τράβηξε το είδος του διηγήματος», όπως αναφέρει στην αρχή της συζήτησής μας.
«Το έργο από τη στιγμή που θα το γράψει ο συγγραφέας, είναι ένα αυτόνομο πλάσμα. Είναι μόνο του πλέον, κόβει τον ομφάλιο λώρο από τον συγγραφέα. Για αυτό λέμε και την ευχή “καλοτάξιδο”, γιατί είναι σαν ένα καραβάκι, αποκτάει μία αυτονομία. Φεύγει από τον συγγραφέα, ο οποίος δεν έχει πλέον καμία επιρροή πάνω του. Σε αυτό μοιάζει και με τη δικαστική απόφαση πρέπει να σας πω.Ο δικαστής έχει μεγάλη αγωνία όταν ολοκληρώνει μία δικαστική απόφαση, γιατί ξέρει ότι από τη στιγμή που θα την υπογράψει και θα δημοσιευτεί δεν έχει πλέον καμία επιρροής, φεύγει πλέον από τη σφαίρα εξουσίας του. Ανήκει πια στην κοινωνία, όπως και το βιβλίο».
Και εξηγείται:
«Όταν ήρθε η ώρα με τον εκδοτικό οίκο που έπρεπε να τους παραδώσω το εντελώς οριστικό κείμενο για να μπορέσει να γίνει δημοσίευση, ένιωσα εκείνη τη στιγμή το ίδιο συναίσθημα όταν δημοσιεύω δικαστική απόφαση που ξέρω ότι είναι η τελευταία φορά που την επεξεργάζομαι και ότι πλέον δεν θα μου ανήκει. Όποτε φεύγει το έργο από τα χέρια του συγγραφέα, αποκτάει τη δική του ζωή και από εκεί και πέρα γίνεται κτήμα των αναγνωστών. Ποτέ δεν μπορείς να ξέρεις και να προβλέψεις ο καθένας τι σκέψεις θα κάνει πάνω σε αυτό. Αλλά η μεγάλη ικανοποίηση είναι να βλέπεις ότι διεγείρει το μυαλό των αναγνωστών και τους οδηγεί σε διάφορες σκέψεις που δεν ταυτίζονται αναγκαστικά με αυτά».
«Ο σύγχρονος τρόπος ζωής δεν ευνοεί τη λογοτεχνία»
Όπως λέει στη συνέχεια, το διήγημα έχει ορισμένες διαφορές και στο πώς το διαβάζει ο αναγνώστης, αλλά και στο πώς το γράφει ο συγγραφέας.
« Πρέπει να κεντρίζει αμέσως το ενδιαφέρον του αναγνώστη, να είναι πολύ συμπαγές. Δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για να έχει περιττά στοιχεία. Επομένως, εκ φύσεως το διήγημα πρέπει να είναι πολύ συνεκτικό σαν πλοκή. Επειδή έχει μικρότερη έκταση και διαβάζεται πιο γρήγορα, πρέπει να μπορέσει μέσα σε λίγες σελίδες και σε λίγο χρόνο να μεταδώσει στον αναγνώστη μια ολοκληρωμένη εμπειρία, όποια κι αν είναι αυτή», υπογραμμίζει και συμπληρώνει:
«Θα έλεγα πως η ανάγνωση διηγημάτων ίσως να ταιριάζει και στον σύγχρονο τρόπο ζωής, όπου δεν έχουμε όλοι μας τον τόσο άπλετο χρόνο για διάβασμα. Για αυτό και οι περισσότεροι άνθρωποι δυσκολεύονται να διαβάσουν γενικώς. Πλέον ο σύγχρονος άνθρωπος με τον τρόπο που ζει δεν μπορεί να εστιάσει την προσοχή του σε κάτι για πάνω από μερικά δευτερόλεπτα. Οπότε για τη λογοτεχνία δεν είναι και πολύ γόνιμο το περιβάλλον. Δεν είναι ευνοϊκές συνθήκες».
Παράλληλα, δεν παραλείπει να αναφερθεί και στους αγαπημένους του συγγραφείς της σύγχρονης λογοτεχνίας, όπως τον Έντγκαρ Άλαν Πόε, τον Χάουαρντ Φίλιπς Λάβκραφτ, τον Γκυ ντε Μωπασσάν.
«Πραγματικά είχα εντυπωσιαστεί πάρα πολύ με τα διηγήματα του Φίλιπ Ντικ, του τεράστιου συγγραφέα επιστημονικής φαντασίας, όπου διαπίστωσα το πόσο δυνατή εμπειρία μπορεί να σου μεταδώσει ένα διήγημα μέσα σε λίγες σελίδες, όταν έχει δύναμη στις ιδέες που σου μεταδίδει και στα εκφραστικά του μέσα. Διότι αυτό που έχει σημασία είναι αυτό που θα διαβάσει ο αναγνώστης να μην το ξεχάσει τη στιγμή που θα κλείσει το βιβλίο. Δηλαδή, για μένα ο ορισμός του πετυχημένου λογοτεχνικού έργου είναι να το ξαναφέρει στη σκέψη του ο αναγνώστης, όταν θα έχει τελειώσει το διάβασμα και θα έχουν περάσει μερικές ημέρες, Αν το ξαναθυμηθεί, αν το ξανασκεφτεί, σημαίνει ότι είναι ένα καλό βιβλίο. Αυτό είναι και το δικό μου μέτρο για να κρίνω».
«Θέλω μέσα από τις ιστορίες μου να θέτω ερωτήματα, αυτή είναι η αξία της λογοτεχνίας»
Όπως μας αποκαλύπτει, υπάρχει μια από τις 10 αυτοτελείς ιστορίες του βιβλίου του, με την οποία ο ίδιος έχει ταυτιστεί απόλυτα. Και αυτή δεν είναι άλλη από το «Διαμάντι» ,ένα αντικείμενο παντοδύναμο μεν, αλλά τόσο πολύ ισχυρό που δεν κάνει καλό σε αυτόν που το έχει.
«Ίσως και ο κάθε αναγνώστης στη θέση του διαμαντιού μπορεί να φανταστεί κάτι διαφορετικό. Μπορεί να είναι για παράδειγμα η επαγγελματική σταδιοδρομία την οποία προσπαθούμε να πετύχουμε καταλαμβάνοντας μία υψηλή θέση στην ιεραρχία σε κάποιον τομέα, το οποίο τελικά είναι κάτι που μας εξαντλεί χωρίς να μας προσφέρει αυτό που χρειάζεται τελικά η προσωπικότητά μας. Ή ακόμα και η απόκτηση ενός υλικού αντικειμένου, όπως είναι η αγορά ενός πολύ μεγάλου σπιτιού. Καμιά φορά οι άνθρωποι για παράδειγμα, δουλεύουν πάρα πολύ για να μπορέσουν να αποκτήσουν κάτι τέτοιο, ειδικά ένα ακριβό αυτοκίνητο, ένα μεγάλο σπίτι», εξηγεί.
«Βλέπουμε ότι κυνηγάμε πράγματα που είναι πολύ μεγαλύτερα από αυτά που χρειαζόμαστε. Δηλαδή κάπου είχα διαβάσει και μου έκανε εντύπωση ότι όσα χρήματα και να έχεις, σε ένα κρεβάτι θα κοιμηθείς, ένα ζευγάρι παπούτσια θα βάλεις, ένα πιάτο φαγητό θα φας. Επομένως, ο άνθρωπος δεν χρειάζεται αυτό το γιγαντισμό, αυτή τη μεγαλομανία, αυτή την ματαιοδοξία. Δεν έχουμε αυτές τις ανάγκες, τις τεράστιες, άλλα είναι αυτά που χρειαζόμαστε.
«Είναι διαφορετική η αντίδραση του κάθε αναγνώστη πάνω στο ίδιο βιβλίο. Με βάση αυτό θέλω να σας πω και το εξής. Επειδή πολλοί με ρωτάνε πώς νιώθεις που εκτίθεσαι με τη λογοτεχνία, που βγάζεις τα σώψυχά σου, που ανοίγεις ένα παράθυρο στην ψυχή σου, απαντάω συνήθως ότι δεν συμβαίνει αυτό καθόλου. Εγώ ούτε εκτίθεμαι, ούτε βγάζω την ψυχή μου, ούτε τίποτα. Όταν διαβάζει λογοτεχνία ο αναγνώστης, για τον εαυτό του γνωρίζει κάτι. Άρα στην ουσία διαβάζοντας λογοτεχνία οδηγείσαι στην αυτογνωσία».
«Κινούμαστε σε έναν κόσμο που αναπαράγει στερεότυπα. Ναι, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν σκέφτονται για τον εαυτό τους. Διάβασα πρόσφατα μια ρήση του Όσκαρ Ουάιλντ, ο οποίος είπε ότι αν δεν σκέφτεσαι για τον εαυτό σου, τότε δεν σκέφτεσαι καθόλου. Πρέπει να πρέπει να αμφισβητούμε τα πάντα και να σκεφτόμαστε για τον εαυτό μας. Σε αυτό φυσικά βοηθάει η λογοτεχνία».
Ως προς αυτό, υπογραμμίζει ότι:
«Η λογοτεχνία γενικά πρέπει να είναι συναρπαστική. Δηλαδή, δεν διαβάζεις μόνο για να μάθεις, για να βρεις το νόημα της ζωής. Διαβάζεις πρώτα απ όλα για την απόλαυση και την ευχαρίστηση. Λογοτεχνία που δεν προσφέρει αναγνωστική απόλαυση, δεν είναι καλή λογοτεχνία. Πρέπει να ξεκινάμε από αυτό. Πρέπει ο αναγνώστης που διαβάζει να θέλει να γυρίσει τη σελίδα να δει τι έγινε παρακάτω. Αν αυτό δεν συμβαίνει, δεν θα πετύχει το στόχο της».
«Στην ουσία εξερευνώ και τη σχέση του ανθρώπου απέναντι στον υλικό πλούτο και απέναντι στα υλικά αγαθά, που αυτό συμβολίζει στον υπέρτατο βαθμό το ίδιο το διαμάντι. Αντικείμενα μεγάλου πλούτου ξεπερνούν τον ίδιο τον άνθρωπο. Την καταγγέλλω τη μανία που έχουμε στην ποσότητα, στον πλούτο και στο μέγεθος, σε αντίθεση με αυτά που πραγματικά χρειάζεται η ψυχή μας. Αυτά τα απλά και ουσιαστικά που μπορούν να γεμίσουν έναν άνθρωπο», καταλήγει.
Το βιβλίο «Ο ερημίτης του Ραχμαντάν και άλλες ιστορίες» του Δήμου Χρυσού κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ιωλκός και σε όλα τα ενημερωμένα βιβλιοπωλεία
Πηγή: skai.gr
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.